|
το щедрость; расточительность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово щедрость? — απλόχερο как на (ново)греческом будет слово расточительность? — απλόχερο как с (ново)греческого переводится слово απλόχερο? — щедрость, расточительность — φυλάσσω — ξεμάτιασμα — λευτερώνω — πορνεύομαι — πριονοκορδέλα — αλογονίδια — νηστήσιμος — κατάντεμα — κλαβικύμβαλο — αλλέγρος — φρυγμός — κρυσταλλικός — ωμέγα — φυσιγγοδόχη — ηνωμένος — ευρύστομος — εξπρεσσιονίστρια — κουτάλι — κλιματικός — φωτερό — εθνισμός |
|||