|
η шаг (аллюр) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шаг? — πλάγιοβάδιση как с (ново)греческого переводится слово πλάγιοβάδιση? — шаг — πληρώ — ψυχοκοινωνιολογικός — μεθοδικότητα — γρίπιση — στεφανοκούτι — ραμολιμέντο — ζωογένεια — παρεκτείνω — ψυχραίμως — αρτίστα — μαστικός — διπλοχαιρετώ — σπεύδω — ευάρμοστος — γνωμικός — διαφημιστικός — μισακάρης — γαλιουρίζω — τσακμακάω — ανδροπληθής — συγκρητισμός |
|||