|
η взлёт, отрыв самолёта от земли #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово взлёт? — απογείωση как на (ново)греческом будет слово отрыв самолёта от земли? — απογείωση как с (ново)греческого переводится слово απογείωση? — взлёт, отрыв самолёта от земли — στρατιωτικοποιημένος — αθεάτριστος — ευεπηρέαστος — ανανταπάντητος — στοκάρισμα — τριήμερος — αρκιέμαι — συμπεφυρμένος — προγναθία — ακαυτηρίαστος — παραχάραξη — εποχεύς — τηλοψία — βλαστημώ — αναχαίτιση — πινακίδα — ορογραφικός — προεκροή — άθιχτος — βιβλιεμπορικός — επιμερίζω |
|||