μανδαρινικά

формы словаβ
μανδαρινικά



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово μανδαρινικά? —


δάσκαλοςλαυριώτισσαάσφαιροςελοσματοειδήςέκπαγλοςπετεινοκεφαλήπολεμιστήςκανιβαλικόςυαλοβάμβαξεκμαυλισμόςυποθερμίαοικοδόμοςξεκάμνωτυχηρόςαναπόκτητοςσφερδούλακαςστέαρστρατοκρατίαπώςμολυβοκόντυλοιδιοσυγκρασία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit