|
ο хим. бура #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово бура? — βόρακας как с (ново)греческого переводится слово βόρακας? — бура — ανδηρον — μοδιστράκι — σκωληκοφαγωμένος — πλειοδότης — άγραφος — χολόρροια — τσομπάνισσα — αγανάχτηση — Μακαριώτατος — αλεκτοροειδής — υγιεινολόγος — κηπευτής — ολεσήνωρ — ολιγοπιστώ — λιθογραφικός — παιδαρέλλι — λιμνώδης — εικονογραφία — χρυσίζω — συνωμοσιολογία — νηστήσιμος |
|||