Новогреческий словарь
γενικεύσιμος
γενικεύσιμ|ος
поддающийся обобщению
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
поддающийся обобщению
? —
γενικεύσιμος
как с
(ново)греческого
переводится слово
γενικεύσιμος
? — поддающийся обобщению
#
(ново)греческий словарь
—
κωλοπούστης
—
πρεσσάρω
—
σούμα
—
σαρανταπενταρίζω
—
αψίκορος
—
γαϊδουρόψαρο
—
διαλύζω
—
ορχηστρίδα
—
γαλακτοφαγία
—
συμπεφυρμένος
—
ραντιστικός
—
απαραγνώριστος
—
δικτυοειδής
—
γλιστρολογώ
—
προβιβάζομαι
—
όρσε!
—
ρυζόσουπα
—
αυτάρκης
—
ηθικολογικός
—
ακυνήγητος
—
άδειασμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω