Новогреческий словарь
αποχαλινώνω
αποχαλινώνω
прям., перен.
разнуздывать
;
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
разнуздывать
? —
αποχαλινώνω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αποχαλινώνω
? — разнуздывать
#
(ново)греческий словарь
—
αλλοτροπικός
—
αναδοσιά
—
ξεκαλουπώνω
—
φιλαλήθης
—
αλκάνη
—
ζωστήρας
—
δυσδιήγητος
—
βρούβα
—
παταγωδώς
—
συμπότης
—
λιμνώδης
—
ελαφοκέφαλος
—
εδεκεί
—
δοτικός
—
ρημαδιακό
—
τετραπλασιάζω
—
νταγιάντισμα
—
ανθοστεφανωμένος
—
εξιλεούμαι
—
αναθερμασία
—
αφρούρητος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве