Новогреческий словарь
σκωπτικώς
σκωπτικώς
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σκωπτικώς
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αορίστως
—
νοτιοανατολικός
—
συνδέω
—
αγανοπλέκω
—
μακελειό
—
μαζωχτά
—
ωοζωοτόκος
—
ρουχικό
—
αστένακτος
—
νυκτοσκοπός
—
αχόλιαστος
—
νοστιμεύω
—
εφησυχάζω
—
φυτοτεχνία
—
εμβατήριο
—
διαφανοσκόπιο
—
τσιμπούκι
—
αναρθρία
—
σαχλαμαράκιας
—
ζυγά
—
βιαίως
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω