|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκωπτικώς? — — χορταριασμένος — στομώνω — κασέλλα — στραβολαιμιάζω — πρωτοστατώ — ανώμοτος — δεκάδαρχος — άχνισμα — κοκέτης — λιθανθρακωρυχείο — φαγγρίζω — παρτιζάνικος — ξερομασώ — κρεατένιος — φυτειά — δεινοπαθώ — ουκρανικός — εθνοσυνέλευση — κακόφερτος — μπάγκα — εκλαμπτήρ |
|||