|
ο слизняк #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово слизняк? — γυμνοσάλιαγκας как с (ново)греческого переводится слово γυμνοσάλιαγκας? — слизняк — τιμαριούχος — ανίχνευτος — απομώρια — νομοτελεστικόν — λογοπαίκτης — ασβεστώδης — Κυπρία — αυτοαναφλεγόμενος — φορετός — κωλοπαίδι — σαρανταήμερο — αναφρούμασμα — ατεκνία — πιπεράτος — φλοίσβος — βόγγος — ραχιτικός — αμαγγάνιστος — περντάχι — έχομαι — τραυματικός |
|||