|
см. θά #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θαλά? — — δαμαλίδα — κάκαδο — ξεδιαλύνω — ενδοκρινικός — βαρεμένη — ταυτόαιμος — ακριβοτάιστος — ακούω — πεντάχρονο — ιπποστάσιο — ταιριαχτά — λεμονοπορτοκαλιά — κρυφογελάω — φωνοκινητικός — αυτοσκοπία — όργωμα — μπαχάρι — βραδύπνοια — ανατομική — αδραμα — εδωδιμοπώλης |
|||