|
иск. кубистский, относящийся к кубизму #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кубистский? — κυβιστικός как на (ново)греческом будет слово относящийся к кубизму? — κυβιστικός как с (ново)греческого переводится слово κυβιστικός? — кубистский, относящийся к кубизму — εκεί — παρυδάτιος — μαχμούρικα — πορτίτσα — καβουρομάνα — άψογος — διαλάλημός — πείραγμα — απολογία — αποξήρανση — σύνυγρος — νέμα — τιμολόγηση — υπνοβάτισσα — λαγοκοίμητος — ωστικός — επαμφοτερίζων — ψευδοκράτος — συνταξιδιώτης — παραχωρητήριο — τσίμπημα |
|||