|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πλουτοκρατικά? — — ανδράκιον — ξανακτίζω — σελιδούλα — λήψη — ετερόχρωμος — ρυπαρότητα — γκαλόπ — ληψοδοσία — ησκιάδα — θεαματικός — σαράκιασμα — εξάγω — βιολίστρια — πρέπων — ακτινογραφικός — καλαγκάθι — απόγευμα — κακόκαρδος — ομόχρονος — δεξίμι — τσούρμο |
|||