Новогреческий словарь
παρέλαση
παρέλαση
η
парад; шествие
;
η πρωτομαγιάτικη (στρατιωτική) ~ — первомайский (военный) парад
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
парад
? —
παρέλαση
как на
(ново)греческом
будет слово
шествие
? —
παρέλαση
как с
(ново)греческого
переводится слово
παρέλαση
? — парад, шествие
#
(ново)греческий словарь
—
σμηνουργία
—
δέκτης
—
κατασκοπικός
—
βαθύτατος
—
αναρχούμενο
—
δολοπλοκώ
—
διηνεκής
—
σανιδένιος
—
κοσμοσυρροή
—
πρασινωπός
—
εκφύλλιση
—
αταξινόμητος
—
δημοσιολόγος
—
δρεπάνι
—
αποστρατιωτικοποιώ
—
αμπογιάντιστος
—
ανασκίρτημα
—
σαγηνευτής
—
προσβάλλομαι
—
υδρόψυξη
—
διακλάδωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве