|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово δρω? — — πολυανδρία — εξοβελίζομαι — κροκίδα — πολύπλευρος — σταμπωτός — παρελκυστικός — έξαλλος — δαίμονας — υπαρχή — δαγγειόπληκτος — νομισματοκοπία — γουρουνομαντρί — μύλαξ — προκυμαία — αποθνήσκω — τάσσω — συστάτης — ψουνιστός — στεγάζομαι — γοργόγιαννη — γονατίζω |
|||