|
отражать, отображать; #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отражать? — καθρεφτίζω как на (ново)греческом будет слово отображать? — καθρεφτίζω как с (ново)греческого переводится слово καθρεφτίζω? — отражать, отображать — τροχοβίλα — άβλαβα — μεταχρωματισμός — αρήμαχτος — υπερηχογράφος — απομάζωμα — ζητιάνικος — είσοδος — αριθμολογώ — ελαιοκομικός — καλτσοδέτα — ιδιοπαθής — χωλός — κεφαλόβρυσο — μονογραφία — φυσιολάτρης — απετάλωτος — μεγάθυμος — επιστολογράφος — διαμορφωτήρας — πλοήγηση |
|||