Новогреческий словарь
κεραμόχρους
κεραμόχρους
кирпичный
(о цвете)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
кирпичный
? —
κεραμόχρους
как с
(ново)греческого
переводится слово
κεραμόχρους
? — кирпичный
#
(ново)греческий словарь
—
λούμπουνας
—
βαρελοποιία
—
τεσσαρακονταετής
—
νταβάνωμα
—
εκμεταλλεύομαι
—
συνενοχή
—
αναγελάστρα
—
διαγνωστικό
—
παραμητρίτιδα
—
μυδραλλιοβόλον
—
επταμηνίτικος
—
Μαύρου
—
ἱερακάρης
—
οβιδοφόριο
—
μυθοπλάστης
—
θεόκλειστος
—
θροΐζω
—
καβαλλαρία
—
κωφάλαλος
—
αποσώζω
—
διεξέρχομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве