Новогреческий словарь
χορτάρι
χορτάρι
το
трава
;
ξερό ~ — сухая трава, сено
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
трава
? —
χορτάρι
как с
(ново)греческого
переводится слово
χορτάρι
? — трава
#
(ново)греческий словарь
—
ηχείο
—
μωρουδίζω
—
εννιά
—
αιφνιδιάζω
—
βραχονήσι
—
στουπέτσι
—
μεσοπέλαγα
—
χωλός
—
στέγνα
—
φωνολογία
—
δασκαλοπαίδι
—
λαλάω
—
ραιβοσκελής
—
αποφατικά
—
αγαθιόρης
—
πανωφόρι
—
μεταμοντερνιστικός
—
λαυρίτης
—
αφρογέννητος
—
ευκολογύριστος
—
βιβλιαράκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,