Новогреческий словарь
συμπυκνωτής
συμπυκνωτ|ής
ο
конденсатор
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
конденсатор
? —
συμπυκνωτής
как с
(ново)греческого
переводится слово
συμπυκνωτής
? — конденсатор
#
(ново)греческий словарь
—
αφομοιώσιμο
—
νοσταλγία
—
τσιμέντο
—
καθησυχαστικός
—
έννατος
—
καψύλιο
—
φυλακτήριον
—
ραδιοακτινοβολία
—
υποστηρικτής
—
ελεημονητικός
—
βούλλα
—
ανάργια
—
εφοδίαση
—
δίχειλος
—
ξεκουραστικός
—
παιδοκτονία
—
χιούμορ
—
νυχτοκόπος
—
αμμωνίτις
—
χαρτζιλίκωμα
—
απομυθοποιούμαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве