|
το строение, постройка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово строение? — δόμημα как на (ново)греческом будет слово постройка? — δόμημα как с (ново)греческого переводится слово δόμημα? — строение, постройка — φωτοξυλογραφία — αυτοβαφής — αλωνιάτικα — ανάσυρτος — τρεχούμενος — τραγικοκωμωδία — ξεκομμένα — κωλομαλάκας — αλειπτήρ — αθηναϊκός — θρυμμάτιση — φαραωνικός — κοσμήτορας — ζωοχημικός — παραμυθία — υπέρλεπτος — χωροστάθμηση — διθύραμβο — υπεραισθητός — γερόντισσα — ελληνολάτρης |
|||