|
еле проглядывать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово еле проглядывать? — γλυκοφαγγρίζω как с (ново)греческого переводится слово γλυκοφαγγρίζω? — еле проглядывать — ακυρολογώ — μπεκιάρικος — επιμιγνύω — αχλάδι — μισθοδοτώ — αρνησικυρία — φιλοκαλία — ακρουμαίνομαι — εκθρονισμός — δερβένι — σιδηρούχος — πορνίδιο — τρακάρισμα — δεκαπεντάκις — μεταξωσέντονο — χαιρετισμός — τυφοειδής — φθειροκτόνος — κάκαδο — ακρωνυχία — επώκισα |
|||