|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θρομβεκτομή? — — στανιό — ευθειοποιώ — σάχλας — μαθητικός — ανεπιβούλευτος — πιατέλλα — κουτουράδα — ενυπόστατος — αρχικομματάρχης — αφράτος — αβανταδόρικος — πρόθυρα — ερμηνευτέος — σπουδαστήριο — σκληρόφυλλος — οφθαλμοσκόπιο — βυνοποιώ — Αργεντινέζα — σημαντήρας — βοναπαρτισμός — ποινικοποιούμαι |
|||