|
(-ίδος) η зоол. иволга #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово иволга? — συκαλίς как с (ново)греческого переводится слово συκαλίς? — иволга — ταπητουργός — καρακασίδης — τίτθη — βέργα — διαπίστοση — κακιούλα — ξεροκοκκινίζω — γραφειοκράτης — μαστοειδεκτομή — ωραίος — εξαρχαΐζω — διαλύω — μινυρίζω — σταδιακά — μαχαιρένιος — επεξεργάζομαι — Μαυράκης — ρατσιστής — μεταξοπαραγωγός — αποδειλιάζω — ζημιογόνος |
|||