|
η электроэнергия #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово электроэнергия? — ηλεκτροενέργεια как с (ново)греческого переводится слово ηλεκτροενέργεια? — электроэнергия — τσουτσέκι — παχυδερμισμός — μικροφάγα — αλφαδιάζω — αυξαίνω — στραβισμός — τάνκερ — γκρας — καρίνα — διαβιβαστήριος — αθερμικός — εισαι — πολυδιήγητος — μαρτυριάρικος — αποσκοτώνω — τρείς — εκπολιόρκηση — κρεβατωμένος — σινάπισμα — επανωβελονιά — χειρομαλάζω |
|||