|
η топогр. дальномер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дальномер? — σταδία как с (ново)греческого переводится слово σταδία? — дальномер — μονομηνιάτικα — καρόδρομος — σωληνώνω — παρακινώ — εξομολόγος — βαμβακοσυλλεκτικός — χρονικά — όμ — ηλιοσκοπία — τζιτζιφιόγκος — σεριφικός — μισογυνισμός — λογυρίστρα — περισυλλογή — εμπροσθοφυλακή — γωνιογνώμων — συνημμένος — θλώ — τροπώνω — σγουρόμαλλος — αβλόγητος |
|||