|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εγκλείστρα? — — δίστιγμα — γναφτός — πολίτης — ωρισμένος — τσιτωτός — λιανοτράγούδο — αλλοθεν — επιχαλικώ — ακροβολώ — σαρίδι — ιοειδής — κτηματόγραφο — επισυνημμένως — ιδρυματοποιώ — εξαφάνιση — επόπτης — λύνομαι — σταυρόκομπος — γελέκο — παραφθείρω — επιχαλύβωση |
|||