|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανοιχτοκαρδιά? — — αψάδα — βελτίωση — αμμωδία — αιφνιδίως — καθέκτης — νεωτερίστρια — υδατοφράχτης — λόγιος — ενισχύω — αποδίδουσα — ξυλομετρική — αργυροκόσμητος — ωάριο — ζωογόνηση — χειμώνας — καραβάνα — διένεξη — αρκτόμυς — συμμαθητής — πρωθιέρεια — βαρεμάρα |
|||