|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово βραχιολάκι? — — συγκλίνων — λειχουδιάρης — αρχοθηρία — δουλεία — ταχυδακτυλουργός — χιλιόβαρις — στουπωτός — μπότης — ξυλοτόμος — φορολόγηση — υπέρθυρο — ανοχύρωτος — σαχλαμάρας — διερωτώ — ιντερμέδιο — παραταξιακά — στιλέττο — νηματοειδής — χαράκτηρίζομαι — σμυριδόπανο — λάκα |
|||