|
το бот. дельфиниум #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дельфиниум? — ψειροβότανο как с (ново)греческого переводится слово ψειροβότανο? — дельфиниум — ανταλλασσόμενος — αφρικανός — τερεβινθικός — υαλογράφος — ψυχοσάββατο — αποδυναμωτικά — φωτογράφος — γλωσσολόγος — άγιος — λεγάτο — σοκολατόπαιδο — απόσκιο — Ελλαδικός — κεφαλομάντιλο — απέσω — ανθρωπινός — μοντεράτο — πλόσκα — εξαρτία — σεισμόπληκτος — αναβιώνω |
|||