|
ο издольщик, издольник #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово издольщик? — μορτίτης как на (ново)греческом будет слово издольник? — μορτίτης как с (ново)греческого переводится слово μορτίτης? — издольщик, издольник — παράπηγμα — ελικωτόν — ψυχραίνομαι — καθαρίζω — καλλιτεχνικά — συργουλεύω — ιούρτη — θραύω — ευτράπελος — εθελοθυσίο — ζουλιάρης — μελισσοκόφινο — συνώθηση — ηχαγωγός — θρυαλλίδα — μάγισσα — παραχέρι — πύκνωμα — δεκαπεντασύλλαβος — δρομοκοπώ — αφθώδης |
|||