|
η жаворонок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жаворонок? — ντόντολα как с (ново)греческого переводится слово ντόντολα? — жаворонок — καταφανώς — πολυμορφικό — αμυλώνω — αυτοκρατορία — υπομηχανικός — προϋπολογίζω — έγκλειση — ταχύνω — λάκημα — αεροπλάνο — τηλεπαθητικός — γαϊδουροκυλίχτρα — ανθοστόλισμα — γεγές — αχλύς — σκέψη — τερηδονίζομαι — γεροφλεμής — γονικός — ανήρεσα — απαγκιστρώνομαι |
|||