ξηροκάρπι

формы словаβ
ξηροκάρπι



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ξηροκάρπι? —


αγνωστοποίητοςοκτακοσαριάεγκόλαψηκάθειρξηπενυματισμόςσπερματοβλάστηβροχόνερορυπαίνωακαψάλιστοςηγεμονόπαιςανατέμνωθεμελιωτήςκηπουρικόςχαρτονοποιείοκαβουράκικοντόπνοοςεβδομαδιάτικοανισόρροποςοίκησηεύρεσηδυσεντερία




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit