|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανακρίνομαι? — — ερυσιβώδης — μάσκαρα — παστερίζω — θορυβοποιός — ηλεκτροθεραπευτικός — λίνον — φονιάς — αρβύλη — σαβουρρώνω — χιονοκύλισμα — ενάκις — αμετρολόγος — αποκοιμίζω — λόχιος — σιωπηλός — ασυμφώνητος — κιβδηλοποιία — αυλάκιση — ξώρραφος — δίκωχο — δαρμός |
|||