|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγαλματουργία? — — Ουγγαρίδα — φούχτιασμα — ανεμομάζεμα — εύρος — μούσκεμα — καταρώμαι — εγγράμματος — χουλιγκανισμός — κρυόμετρο — αυτόφοτος — στείρευση — ψυχοβιολογισμός — κοφίνα — μέτοχος — ένδικος — νύσταγμα — λιβαδερό — γερουσιαστής — χυτήρ — ταξιδιωτικός — ανεγκαινίαστος |
|||