Новогреческий словарь
εκπόρευση
εκπόρευση
η
происхождение
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
происхождение
? —
εκπόρευση
как с
(ново)греческого
переводится слово
εκπόρευση
? — происхождение
#
(ново)греческий словарь
—
ακλήτευτος
—
ακινητοποιώ
—
προοιμιάζομαι
—
επαγωγεύς
—
παρελθοντολογία
—
αφραστος
—
εργοδότισσα
—
κλέφτρα
—
κατακλέβω
—
δικαιοδοτώ
—
κυδωνόπαστο
—
ενδοσυνεννόηση
—
τροφεύς
—
δρυόξυλο
—
εκλεκτικίστρια
—
εύτηκτον
—
μαζαλίζω
—
ξαγορεύω
—
σεράγιον
—
εμφαντικός
—
μεσιάζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,