|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρφιτσοθήκη? — — εθνοφθόρος — αδελφοποίηση — έκπαγλος — ειρηνοφιλία — εικοσαετηρίδα — φιλοπαίγμων — μπονόρα — ξακουσμένος — εργολάβος — οσμή — πλοιαρχώ — γυαλοκοπώ — εγωισταράς — πασχαλιά — πρέσβειρα — παντρολογάω — σιγαροποιείο — ιδεάζομαι — πονόματος — ρέστα — συγχρόνιση |
|||