|
το тир, стрельбище #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово тир? — σκοπευτήριο как на (ново)греческом будет слово стрельбище? — σκοπευτήριο как с (ново)греческого переводится слово σκοπευτήριο? — тир, стрельбище — άφτιαχτος — ενδυναμωτής — προεσκεμμένος — στωμύλος — εντόκως — τορπιλλητής — επτακοσιοστός — αθλιότητα — μυϊκός — παρατσούκλι — αποστρέφω — καφετερί — απροκοπία — αντικαλαισθητικός — χρυσοΰφαντος — μετζάστρα — γοήτευση — ακαδημαϊκότης — ανάφαλο — μασονισμός — αεραγωγός |
|||