επιστήμη

формы словаβ
επιστήμη
η наука;
          φυσικές (ηθικές, θετικές) ~ήμες — естественные (гуманитарные, точные) науки;
          απόκρυφες ~ήμες — оккультные науки



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово наука? — επιστήμη
как с (ново)греческого переводится слово επιστήμη? — наука


χαλιναρώνωαμελητέςαυθυπαρξίααγγειοπώληςανακάμπτωανασπάζομαιπεδιάδαδιαβολέτοφιλότεκνοςχίλιαανεύρετοςασφοδελίνηεκτίθεμαιχλωροφορμικόςσιτέμααφερεγγυότητακατάσβεσηαδικοβγάλτριααδελφοσύνηευσχήμωςτορνωτός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit