|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово Ελλαδικός? — — θερμίδα — κόλπωση — σύμμειγμα — οστρακόδερμα — δασύς — αναγνώσιμος — υπερμικροσκόπιο — τσικρίκι — ζαρζαβατζής — ψωμάς — κλήδονας — ετέχθην — βρομόξυλο — βλέψη — ναύλος — πρότυπο — ανάκατος — μπόρτζι — αλατοφόρος — ωρισμένα — οιωνοσκοπία |
|||