|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово πιανίσιμο? — — γρυλλίζω — πρωτότυπος — ελέγχω — ρητίνη — αντίσκομα — μακρήγορος — νεοπλαστία — ελαφοκτόνος — πειραματόζωο — όρθιος — διορατικότητα — κουδουνατος — εξουσίαση — σείς — μαγιό — κοινοποίηση — υπόθεμα — γαλήνεμός — επιγρομματιστής — καβαλλικευτά — ατμοσύρτης |
|||