|
содержащий семя #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово содержащий семя? — σπερματούχος как с (ново)греческого переводится слово σπερματούχος? — содержащий семя — φυντάνι — τσαμπουκαλίδικα — στέγνη — αλέθω — λαθροχέρης — ήρθα — κατέναντι — γρίπος — ιζηματογενής — εφεσίβλητος — αγιοποίηση — απρόσεκτα — μήν — καταγεμάτος — υποθερμαίνω — ανερμάτιστα — αντιλογικός — πολυηχής — ψαροδόλι — σακκολαίφη — μεταξοσκώληκας |
|||