|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово προσβατότητα? — — ασχημονώ — ξώσαρκος — περιβολάκι — γεροκούσαλο — αναριωσύνη — απολεπίζομαι — καλοπερνάω — δυσδιάκριτος — ενδοχώρα — κυλόττα — υγραίνομαι — αλισσίβα — πνέω — μεγαλείο — κοχλάδι — ορφάνευμα — κυτταροστατικός — εξυπνακίστικος — μύλη — αχρειολογώ — εμπεριστατωμένος |
|||