|
славить, прославлять #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово славить? — δοξολογώ как на (ново)греческом будет слово прославлять? — δοξολογώ как с (ново)греческого переводится слово δοξολογώ? — славить, прославлять — χοντραίνω — ριζώννομαι — ναρκωτικά — διαπλάτυνση — συμβουλεύομαι — χαρτόδεση — ηλικιώνομαι — ελκοπαθής — χορτάτος — πρόθεση — φωνομετρία — φαγητό — σκαρφαλώνω — βουτηχτός — αστοχία — λουσέρνα — δαμαλιστής — οινοποιία — μεσοοράνισμα — μάκτρον — ψυχοπαραδέρνω |
|||