σκοταδίστρια

формы словаβ
σκοταδίστρια



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово σκοταδίστρια? —


κατάρραχοψημένοςσπληνιάρηςαπόλυτοςφουρτούνασέρνομαιλιθογνωμικόςχιλιάρικοθολοειδήςσωροβολιάζομαισιγά-ανεπίλυτοςασυντάραχτοςπρονόμιοκαταμεσήμερααυλακοχαράκτηςθράκιοςάλλοθιγομφίοςΚόπτηςοχλώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit