|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σκοταδίστρια? — — κατάρραχο — ψημένος — σπληνιάρης — απόλυτος — φουρτούνα — σέρνομαι — λιθογνωμικός — χιλιάρικο — θολοειδής — σωροβολιάζομαι — σιγά- — ανεπίλυτος — ασυντάραχτος — προνόμιο — καταμεσήμερα — αυλακοχαράκτης — θράκιος — άλλοθι — γομφίος — Κόπτης — οχλώ |
|||