|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κρηναίος? — — εξάρι — εξωλέμβιος — καραβόσχοινον — καπριτσιόζικο — Κύπρια — διαλλάσσω — πανάδα — μεγαλοεπιχειρηματικός — κεντρίζω — απορριψιμιό — ανόητος — οινοχόη — αρετσίνωτο — πεταυρίζω — αφειδής — δεκάτη — λουτρολογία — κοντοποδαρούσα — βροχοσκόπηση — μακροκάνης — ζημιάρης |
|||