|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ζυγιάζω? — — αιμαγγείωμα — παρευρισκόμενος — εισπρακτόρισσα — απαιδος — παντοπώλις — ένοικος — σταροκόρακας — μαγκεύω — γυναικοθηρεία — καψάθρα — φέτος — ανεκρίζωτος — αγορίνα — επακμάζω — αναριπώ — αφόρτωτος — ταχύ — υποδαπέδιος — ελληνίζω — αχρόνιαγος — εκδίδομαι |
|||