|
η железная балка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово железная балка? — σιδηροδοκός как с (ново)греческого переводится слово σιδηροδοκός? — железная балка — δρύπη — ωοσκόπιο — ελαιοδοχείο — μικροβιολόγος — υδροδόκη — αυτοκριτικάρομαι — ασηψία — αντικαταρροϊκός — ελικοπτεροφόρος — τραχύτητα — χοχλιός — ανθρωπάκος — πατίνι — σαμπούνα — φλέγμα — κριματισμένος — επιχαλύβωση — φανταχτερά — πολυκουρδίζω — προδιάθεση — αναιμάκτως |
|||