|
το лучезарность #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лучезарность? — ηλιοστάλαγμα как с (ново)греческого переводится слово ηλιοστάλαγμα? — лучезарность — πολυγραφώ — βιβλιολογία — υπολείπομαι — καύλα — αφοδράριστος — αμακαδόρισσα — φράξος — μάρκα — συντροφιαστός — λειωμα — εξάστερον — νεκροφόρος — παγοκόφτης — γονοκοκκίαση — πλεονεκτικός — δωδεκαριά — πλοηγίδα — αναφουφούδιασμα — εγκεντρίζω — πλαστογράφηση — πτωχαλαζονεία |
|||