|
το жало #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово жало? — γκέλλι как с (ново)греческого переводится слово γκέλλι? — жало — βρακοπόδι — παραπαίω — κομπολόι — τσιρλιάρικος — ανεφάρμοστος — υποκαπνισμός — ζουρλομαντύας — εφτάπλευρος — ομαίμων — μεθύστακας — γή — χρηματοδότρια — σανσκριτικά — δεκαδάρχης — τολμώμαι — ακλώσσιστος — γαλακτοποιός — οδοιπορώ — τσέτουλα — νουταπάτη — κρεατόχρους |
|||