|
η сито #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сито? — κρησαρίστρα как с (ново)греческого переводится слово κρησαρίστρα? — сито — ναυαγιαιρία — περιπτεριούχος — ερυθρότητα — μπούχισμα — φραγμένα — μετανεωτερικός — ξενάγηση — γλυκούτσικος — κώπη — ανταρτόπληκτος — λείμμα — μισοκοιμάμαι — μισογεμίζω — μπαινοβγαίνω — καψούλι — κάμψη — πλεμάτι — αλγεινότητα — ξεψείριασμα — αποστιλβώνω — ενώπιος |
|||