|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τσαμπουνοτούμπακα? — — αζευγάρωτος — ιωνικά — ελαιοφάγος — αλειμματιάρικος — τροχοπέδηση — ορθά — αχρησία — στύλ — επταήμερο — αστεριασμένος — σταυρίδι — αιματοβαμμένος — μαχαιροπίρουνο — φυτόζωον — επιπλώνω — αναρροφητήρας — αναισθητοποιώ — αρχιμουσικός — φαγόπυρο — κλάπα — ηκροασάμην |
|||